αμερικανόπαις

αμερικανόπαις
(-αιδος), ο
αμερικανόπουλο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Αμερικανός + -παις < παις].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”